- καταστρέψαν
- καταστρέφωturn downaor part act neut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φοινίκη — I Αρχαία πόλη της Ηπείρου στη Χαονία. Γνώρισε μεγάλη ακμή τον 3o αι. π.Χ. Το 230 π.Χ. την κατέλαβαν Ιλλυριοί πειρατές και την κατάστρεψαν. Ξαναχτίστηκε σύντομα και επιβίωσε έως τον 6o αι. μ.Χ. Σώθηκαν αρκετά νομίσματά της, κυρίως των ρωμαϊκών… … Dictionary of Greek
αυτός — ή, ό (AM αὐτός, ή, ό) (μσν.νεοελλ. και αὖτός, αὐτόνος, αὐτοῡνος, αὐτεῑνος, ἀτός) (αντων.) Ι. Αντιδιασταλτική, Οριστική (μερικές φορές με το άρθρο ή με το έναρθρο ο ίδιος πρβλ. «αυτός φταίει», «θα βρω αυτή την ίδια», «ὅλοι ἐπαρεδόθησαν κι ὁ… … Dictionary of Greek
σίρις — Όνομα αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Κάτω Ιταλίας στη Λευκανία, χτισμένη στον κόλπο του Τάραντα. Ιδρύθηκε στις αρχές του 7ου αι. π.Χ. από Ίωνες άποικους της Κολοφώνας και διακρίθηκε για τον πλούτο και τη χλιδή των κατοίκων της. Το 450 π.Χ. η… … Dictionary of Greek
σφακιά — Περιοχή της Κρήτης. Η περιοχή αποτελεί το δήμο Σφακίων (έκταση 468 τ. χλμ.). Έδρα είναι η Χώρα Σφακιών. Στην περιοχή των Σ., δεσπόζουν τα Λευκά Όρη ή Μαδάρες με υψηλότερες κορυφές το Κάστρο και το Θοδωρή (2460 μ.). Η επαρχία καλύπτει το χώρο του… … Dictionary of Greek
Ρεσίφε — (Recife). Πόλη της βορειοανατολικής Βραζιλίας, πρωτεύουσα της ομόσπονδης Πολιτείας Περναμπούκο. Η πόλη εκτείνεται σε περιοχή λιμνοθάλασσας, ένα τμήμα της στα νησιά και στις χερσονήσους και ένα άλλο στη στεριά, στη συμβολή του Καπιμπερίμπε και του … Dictionary of Greek
Ροδόπης, νομός — Διοικητική διαίρεση της Θράκης, που συνορεύει στα Δ με τον νομό Ξάνθης, στα Α με τον νομό Έβρου, στα Β με τη Βουλγαρία, ενώ στα Ν βρέχεται από το Θρακικό πέλαγος. Έχει έκταση 2.543 τ. χλμ. Πρωτεύουσα είναι η Κομοτηνή. Διοικητικά ο νομός ανήκει… … Dictionary of Greek
ρομανική τέχνη — Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 12ου αι., εκδηλώθηκε στην Ευρώπη μια κίνηση για το ξαναζωντάνεμα όλων των τεχνών και πρώτα πρώτα της αρχιτεκτονικής, που πήρε το όνομα ρομανική. Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την ίδια ορολογική αξία … Dictionary of Greek
Σαβόνα — (Savona). Πόλη (περ. 68.997 κάτ.) της Ιταλίας στην περιοχή της Λιγυρίας και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Είναι χτισμένη στη Ριβιέρα ντι Πονέντε, σε μια μεγάλη πεδιάδα στις εκβολές του Λετίμπρο, στους πρόποδες του λόφου των Καπουτσίνων. Ο… … Dictionary of Greek
Σάμη — Παράλιος οικισμός (928 κάτ., υψόμ. 10 μ.), στην επαρχία Σάμης του νομού Κεφαλονιάς. Βρίσκεται στο μυχό του ομώνυμου όρμου, κοντά στα ερείπια της αρχαίας ομώνυμης πόλης. Είναι έδρα της επαρχίας και της ομωνυμης κοινότητας (15 τ. χλμ., 928 κάτ.). Η … Dictionary of Greek
Σαν Σαλβαδόρ — (San Salvador). Πόλη 459.902 κάτ.), πρωτεύουσα της Δημοκρατίας του Ελ Σαλβαδόρ και του ομώνυμου νομού (886 τ. χλμ., 1.266.200 κάτ.)· βρίσκεται επί του ποταμού Ασελουάτε και στους πρόποδες του ηφαίστειου Σαν Σαλβαδόρ (1.950 μ.), στον… … Dictionary of Greek